Η περίοδος της μεταπολίτευσης υπήρξε καθοριστική για την πορεία προς την παρακμή της νεοελληνικής κοινωνίας. Επικράτησαν στην εξουσία πλήρως ξενοκίνητες αντιεκκλησιαστικές και αντεθνικές δυνάμεις, που επωφελήθηκαν στο έπακρο από τη στάση πολλών προσώπων του εκκλησιαστικού κυρίως χώρου έναντι της επτάχρονης επίσης ξενοκίνητης δικτατορίας. Οι στόχοι τους υπήρξαν εμφανείς, για όσους είχαν σεβασμό στην πατροπαράδοτη πίστη του λαού μας και εθνικό φιλότιμο: Η απώθηση της Εκκλησίας από τον δημόσιο βίο των Ελλήνων και η περιθωριοποίησή της και η άμβλυνση του πατριωτικού αισθήματος. Για την επίτευξη του πρώτου επιχειρήθηκε και επετεύχθη η ταύτιση της Εκκλησίας του Χριστού με εκκλησιαστικά πρόσωπα. Για την επίτευξη του δευτέρου επιχειρήθηκε η ταύτιση του πατριωτισμού με τον εθνικισμό. Οι αποδομητικές της ελληνικής κοινωνίας δυνάμεις ας είναι υπερήφανες για την επίτευξη των στόχων τους. Η χώρα μας πορεύεται από δόξα σε δόξα και το μέλλον της διαγράφεται λαμπρότατο!
Στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, τέτοιον καιρό, μεγάλη η ενασχόληση με το ερώτημα: Ποιος είπε το ΟΧΙ στους Ιταλούς. Οι «δημοκράτες» και «προοδευτικοί» βροντοφώναζαν εκ του ασφαλούς: Το ΟΧΙ το είπε ο λαός. Έτσι ξεκινούσε ο αναθεωρητισμός και η επανεγγραφή της ιστορίας. Βέβαια κοπίασαν για λίγες δεκαετίες οι «φωτιστές» του Γένους. Η νέα γενιά ανατράφηκε με πλήρη την αδιαφορία για κάθε τι, πόσο μάλλον για την ιστορική αλήθεια. Και ίσως να σιγοψιθυρίζει: «Σκασίλα μου ποιος το είπε. Και ίσως να ήταν καλύτερα, αν δεν το έλεγε»! Ο ιδεολογικός φανατισμός υποχώρησε άτακτα έναντι του επελαύνοντος μηδενισμού. Και τα αποτελέσματα είναι στο έπακρον ορατά σε όσους δεν τρέφονται ακόμη με ψευδαισθήσεις.
Το ΟΧΙ το είπε στον Ιταλό πρέσβη ο Μεταξάς, καθώς δεν προλάβαινε να ερωτήσει τον λαό. Σημασία όμως δεν έχει αυτό, αλλά το ότι επιβεβαίωσε σύσσωμος ο λαός, με το έπος που έγραψε, το σύμφωνο με την αρνητική απάντηση. Πρόσφατα ερωτήθηκε ο λαός με δημοψήφισμα και αποφάνθηκε επίσης με ΟΧΙ, αλλά κατά την πορεία προς τις Βρυξέλλες, αυτό μεταμορφώθηκε σε ΝΑΙ! Και οι υπαίτιοι της παραχάραξης δεν ζήτησαν ακόμη συγγνώμη!
Ένα ακόμη ανούσιο ερώτημα ετίθετο, όταν κάποια ώτα ήταν ακόμη ευήκοα. Πώς οπαδός του ολοκληρωτισμού είπε το ΟΧΙ; Δείχνουν πως αγνοούν ότι ο Μεταξάς κατέστη δικτάτωρ με την εύνοια του υποταγμένου πλήρως στην Αγγλία βασιλιά Γεωργίου Β’. Ήταν άκρως επιτυχής κίνηση των «προστατών» μας, που αγρυπνούσαν, ώστε να μην επαναληφθεί εκείνο που συνέβη με την ανάρρηση στο θρόνο του Κωνσταντίνου, που ακολούθησε φιλογερμανική πολιτική. Ο Μεταξάς αποκοίμισε τον «Άξονα» με την ελπίδα ότι θα ήταν εφικτή η προσχώρηση και της Ελλάδος σ’ αυτόν. Ήλθε και ο Γκαίμπελς στην Αθήνα και κατέστη θεσμός η μεταφορά της φλόγας από την Ολυμπία για την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών αγώνων (Τελέστηκαν στο Βερολίνο το 1936).
Το ΟΧΙ δεν το επιθυμούσε μόνο η συντριπτική πλειοψηφία του λαού μας, αλλά και οι «προστάτες» Άγγλοι, που ήθελαν να κερδίσουν χρόνο, για να ετοιμάσουν την άμυνα στην Αίγυπτο. Άλλωστε αυτοί ήταν, που αν και δεν διέθεσαν ούτε ένα στρατιώτη στο μέτωπο της Βορείου Ηπείρου, εξαγριώθηκαν με τη συνθηκολόγηση του Τσολάκογλου χωρίς διαταγή από το Επιτελείο του στρατού μας, χωρίς δηλαδή τη δική τους έγκριση. Ήθελαν να σκοτωθεί και ο τελευταίος Έλληνας στρατιώτης για τα συμφέροντά τους. Και επειδή αυτό δεν ήταν δυνατό στην Κρήτη, ώθησαν στον πόλεμο τους άμαχους, με θλιβερές τις συνέπειες εκ των αντιποίνων από τους διαχρονικά βαρβάρους Γερμανούς. Αλλά οι βάρβαροι σε πυροβολούν στο στήθος δεν μπήγουν το δολοφονικό μαχαίρι πισώπλατα, όπως οι «ευγενείς» Άγγλοι. Αυτοί επέτυχαν, στη συνέχεια, την πρώτη και τελευταία με συμμετοχή όλων των αντιστασιακών οργανώσεων επιχείρηση δολιοφθοράς στον Γοργοπόταμο. Στη συνέχεια οργάνωσαν τη φονική αντιπαράθεση με τις αθλιότητές τους και την προσφορά των λιρών τους, των κλεμμένων από τους καταδυναστευόμενους λαούς του πλανήτη.
Ο ελληνικός λαός σεβόταν ακόμη τότε τις παραδόσεις. Γραικύλοι, που πρόβαλλαν ως πρόοδο την αθεΐα τους, υπήρχαν ελάχιστοι. Και αυτοί σιώπησαν μπροστά στη λαοθάλασσα, που με ενθουσιασμό προσήλθε στο κάλεσμα της πατρίδας να την υπερασπιστεί. Ακόμη και οι οπαδοί του προλεταριακού διεθνισμού αναγκάστηκαν να αναδιπλωθούν. Ο Ζαχαριάδης, φυλακισμένος από το καθεστώς, κάλεσε όλους σε συστράτευση, παρά το δίλημμα, που επέφερε η κατάπτυστη συνθήκη Μολότωφ – Ρίμπεντροπ. Λίγο αργότερα, με την εισβολή των Γερμανών στη Σοβιετική Ένωση, ο Στάλιν θα καλούσε τους πολίτες να συστρατευθούν στον «Μεγάλο πατριωτικό πόλεμο». Οι προλετάριοι είχαν και έχουν πατρίδα. Οι πλουτοκράτες και οι υπηρέτες τους πολιτικοί, οικονομολόγοι, δημοσιογράφοι, καλλιτέχνες είναι απάτριδες. Το 1940, αν και υποχείρια κάποιοι από αυτούς των ισχυρών της εποχής συνέβαλαν στο σχηματισμό αρραγούς μετώπου για την αντιμετώπιση του εχθρού.
Στην παρακμή που βιώνουμε, απάτριδες δωσίλογοι γράφουν σε βιβλίο του δημοτικού ότι, όταν μας κήρυξαν τον πόλεμο οι Ιταλοί, κρυφτήκαμε στα υπόγεια. Και ας είναι πλήθος οι φωτογραφίες του πλήθους που παραληρούσε στην πρωτεύουσα. Γράφουν ακόμη ότι ο πατέρας έσπευσε στην τράπεζα να αποσύρει κάποιο ποσό για τις ανάγκες! Είχαν πολλοί Έλληνες τότε τραπεζικό λογαριασμό, όπως σήμερα, οπόταν εκδηλώθηκε η κρίση και πολλοί έσπευσαν να φυγαδεύσουν κεφάλαια στο εξωτερικό, όπως κάνουν οι πλουτοκράτες και οι επωφελούμενοι από τη συναλλαγή (διαπλοκή) κρατικοί λειτουργοί! Και απάτριδες, που ασκούν την εξουσία εγκρίνουν αυτό το δηλητήριο, με το οποίο ποτίζονται αθώες υπάρξεις, για να καταστούν γενίτσαροι! Σήμερα, τον προλεταριακό διεθνισμό, που κατέρρευσε, έχει διαδεχθεί ο κοσμοπολίτικος διεθνισμός της νέας τάξης, που στοχεύει στον αφανισμό των εθνών και των πολιτιστικών ιδιαιτεροτήτων των λαών. Και οι μέχρι πρότινος «εθναμύντορες» συμπλέουν με «ιδεολόγους διεθνιστές», που δήθεν αδυνατούν να διακρίνουν ότι η πολεμική κατά των εθνών ευνοεί το παγκοσμιοποιημένο κεφάλαιο.
«Συντηρητικοί» και «προοδευτικοί», φερέφωνα του δυτικού «διαφωτισμού», ο οποίος εξυπηρέτησε στο έπακρο την αναδυόμενη, τότε, και κοσμοκράτειρα, σήμερα, μεγαλοαστική τάξη, λυσσομανούν πρωτίστως κατά της Εκκλησίας. Και αποκρύπτουν ή απαξιώνουν την προσφορά της στο έθνος μας, τόσο κατά τη μακραίωνη σκλαβιά υπό τους Οθωμανούς, όσο και κατά το έπος του 1940-41. Όμως αυτό δεν θα διαρκέσει αιώνες. Το ψέμα έχει κοντά πόδια λέει ο λαός μας. Και θα έλθουν γενιές, που θα ανασύρουν το έθνος μας από το βάραθρο της παρακμής. Και τα Ελληνόπουλα θα διδαχθούν και πάλι ότι η Εκκλησία διατήρησε το έθνος μας στο ιστορικό προσκήνιο.
Με σταύρωμα και προσφορά εκκλησιαστικού φυλακτού ξεπροβοδούσαν για το μέτωπο μάνες, σύζυγοι και αδελφές τους αγαπημένους τους. Τη φωτογραφία της Παναγίας προστάτιδος φύλαγαν στον κόρφο τους οι πολεμιστές και την έβγαζαν να τη φιλήσουν τρυφερά, μετά από κάθε συμπλοκή με τον εχθρό. Στην Παναγία, ομολόγησαν σε γραπτά τους κείμενα ότι οφείλουν τη σωτηρία τους κάποιοι πολεμιστές. Αυτή τους υπέδειξε τρόπο κίνησης, κάλυψε με ομίχλη την ατμόσφαιρα σε ώρα επίθεσης, έτρεψε τον άνεμο αλλού, όταν το εχθρικό πυροβολικό έβαλλε με τρόπο καταιγιστικό. Καγχάζουμε σήμερα με τα «μυθεύματα» αυτών που έγραψαν το έπος, που, υποτίθεται, ότι τιμούμε κατ’ έτος. Εμείς που δεν χάσαμε χρόνο να διαβάσουμε για τους ακρωτηριασμένους από τα κρυοπαγήματα ή τις οβίδες του εχθρού, για τους κρατήσαντες υψώματα υπό φοβερές καιρικές συνθήκες, με τη θερμοκρασία να κατέρχεται και 20 βαθμούς υπό το μηδέν, άυπνοι, άσιτοι με μόνιμη συντροφιά τις ψείρες. Αυτούς, που οι ομογενείς μας της Βορείου Ηπείρου φιλοξένησαν στρώνοντας νυφιάτικα σεντόνια, που περιμάζεψαν, όσους μπόρεσαν, και έθαψαν σημειώνοντας θέσεις και ονόματα. Και το έργο τους η Πολιτεία ακόμη δεν ολοκλήρωσε ως όφειλε. Και εμείς σήμερα το αίτημα σεβασμού των δικαιωμάτων των απογόνων τους θεωρούμε εθνικισμό. Εμείς δεν τραγουδούμε όπως η Βέμπο ότι οι «σύμμαχοι» μας την έφεραν με μπαμπεσιά και μας στέρησαν την Κύπρο οι μεν τη Βόρεια Ήπειρο οι δε. Εμείς θέλουμε να περνούμε καλά και ας έχουμε γίνει περίγελως της Ευρώπης, αν όχι του πλανήτη. Τί κέρδισαν εκείνοι που είπαν το ΟΧΙ.
Επειδή εμείς δεν έχουμε τη διάθεση να το επαναλαμβάνουμε, όταν απαιτείται, καλό είναι να λησμονήσουμε την ιστορία μας. Οι συνταγές μαγειρικής είναι κατά πολύ πιο χρήσιμες!
«Μακρυγιάννης»