Την Κυριακή της Αποκριάς, οι Πατέρες της Εκκλησίας όρισαν να ακούγεται στους ιερούς ναούς περικοπή από τον κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, γνωστή ως περικοπή της μελλούσης κρίσεως. Σ’ αυτήν περιέχεται ο λόγος του Χριστού για τη δεύτερη ένδοξη παρουσία Του στη γη και την κρίση των ανθρώπων σύμφωνα με τα έργα τους. Ως έργα αξιολογείται η στάση μας έναντι των πασχόντων συνανθρώπων μας, οι οποίοι, ως εικόνες του Θεού έχουν υπέρτατη αξία. Γι’ αυτό ό,τι κάνουμε σ’ αυτούς είναι σαν να το κάνουμε στον Δημιουργό μας.
Αν εγκύψουμε με προσοχή στην περικοπή, πρέπει να μας καταλάβει έντονος προβληματισμός. Άραγε πληρούμε τα κριτήρια, ώστε να αξιωθούμε να γίνουμε μέτοχοι της βασιλείας του Θεού; Αν ρίξουμε μια ματιά σ’ όλη την έκταση του πλανήτη, θα διαπιστώσουμε ότι δισεκατομμύρια συνάνθρωποί μας υποφέρουν από άκρα δυστυχία. Πεινούν, διψούν, υποφέρουν από ασθένειες χωρίς τη δυνατότητα αντιμετώπισης αυτών με τα ιατρικά μέσα, δεν έχουν ενδύματα, ζουν το δράμα της προσφυγιάς ή είναι έγκλειστοι σε κατ’ ευφημισμό σωφρονιστικά καταστήματα δίχως να νοιάζεται κάποιος γι’ αυτούς.
Στον δυτικό κόσμο επικράτησε η προτεσταντική ηθική. Όσοι κινούνται με βάση αυτή και όχι την ευαγγελική διδασκαλία αυτοδικαιώνονται τονίζοντας ότι οι απόκληροι είναι άξιοι των παθημάτων τους, καθώς δεν αποζητούν την ευλογία του Θεού για την υλική τους προκοπή και ευμάρεια! Όχι μόνο δεν αναγνωρίζουν ότι η δυστυχία των συνανθρώπων μας οφείλεται στην απληστία των οικονομικά και πολιτικά ισχυρών του πλανήτη, αλλά επιτίθενται κατά των θυμάτων αυτών επιτιμώντας τα.
Κάποιοι που τείνουν να διαφοροποιηθούν αποκαλούν τους απόκληρους «πλάσματα ενός κατώτερου Θεού». Άλλοι αποστρέφονται τις ποιητικές εκφράσεις και στρέφονται κατά του Θεού, κατηγορώντας τον, αρχικά, ως υπεύθυνο για την ανθρώπινη δυστυχία, για να καταλήξουν στην άρνησή του με τη μέθοδο της «εις άτοπον απαγωγής». Τί θεός αγάπης είναι αυτός, που δεν επεμβαίνει να τιμωρήσει τους άπληστους, που σπέρνουν φτώχια και πολέμους στα πλάσματά του; Αδιαφορεί γι’ αυτά; Μήπως απλά δεν υπάρχει; Ασφαλώς δεν υπάρχει. Είναι η κατάληξη της σειράς συλλογισμών, η οποία προβάλλεται ως θρίαμβος για τον άνθρωπο, που, δεχόμενος αυτό το συμπέρασμα, απελευθερώνεται από τις προλήψεις του παρελθόντος! Τώρα είναι στο χέρι του να παλέψει για έναν καλύτερο, ένα δικαιότερο κόσμο μέσω της κοινωνικής μεταβολής με επανάσταση κατά των κρατούντων.
Ο Χριστός, που δέχθηκε έντονες επικρίσεις για σπορά ουτοπίας και μετατόπιση του ενδιαφέροντος από τον επί γης βίο στην πέραν του τάφου ζωή, τόνισε σε λόγο του προς τους μαθητές Του ότι «τους πτωχούς έχετε πάντοτε μεθ’ ημών». Ο Χριστός δεν ήλθε για να σχηματιστούν κοινωνίες αγγέλων επί γης. Ήλθε να ζητήσει και να σώσει τον χαμένο, τον βυθισμένο στην αμαρτία άνθρωπο. Γι’ αυτό και πρέπει με άκρα επιφύλαξη να χρησιμοποιούμε τον όρο «χριστιανικές κοινωνίες». Ακόμη και στις πρώτες χριστιανικές κοινότητες υπήρχαν αδυναμίες, που γιγαντώθηκαν με την πάροδο των αιώνων. Αυτό οδήγησε τον Απόστολο Παύλο να γράψει: «Εξ αιτίας σας βλασφημείται το όνομα του Θεού από τους εκτός Εκκλησίας (ειδωλολάτρες)» (προς Ρωμαίους). Συνεπώς οι μεστές χαιρεκακίας επικρίσεις κατά της διδασκαλίας του Χριστού με αφορμή τις αδυναμίες των μελών της Εκκλησίας είναι χωρίς έδραση. Ο Χριστός στέκεται και προκαλεί τον κάθε κατήγορο ρωτώντας τον: «Ποιος με ελέγχει για αστοχία;». Ποιος στο διάβα των αιώνων επιχείρησε να διορθώσει κάτι, ώστε να καταστούν οι ανθρώπινες κοινωνίες κάπως καλύτερες, δηλαδή δικαιότερες, ειρηνικότερες, με αγάπη μεταξύ των μελών ανεξάρτητα από φυλετική και εθνική καταγωγή, θρησκευτική πίστη, κοινωνική τάξη;
Η νέα πίστη εξαπλώθηκε χάρη στη μαρτυρία και το μαρτύριο εκατομμυρίων πιστών. Οι χριστιανοί της κοινότητας των Ιεροσολύμων «είχαν άπαντα κοινά»! Μαρτυρείται ότι κατά πανδημία στην Αλεξάνδρεια χριστιανοί έμειναν, περιποιούνταν και ενταφίαζαν τους νεκρούς και των ειδωλολατρών. Στην καθ’ ημάς Ανατολή οι πιστοί στη διδασκαλία του Χριστού, κυρίως οι άγιοι, διαχρονικά ίδρυαν ευαγή ιδρύματα προς ανακούφιση του ανθρώπινου πόνου, καθώς η απληστία, όπως δίδαξε ο Χριστός, που σφοδρά την κατήγγειλε, δεν επρόκειτο και ούτε πρόκειται να εξαλειφθεί από τον κόσμο, ώστε να επικρατήσει δικαιοσύνη, όπως προπαγανδίζουν οι σπορείς κοινωνικής ουτοπίας. Ίσως είναι υπερβολικό να τονίζεται ότι η ανθρώπινη δικαιοσύνη ομοιάζει με ιστό της αράχνης, που παγιδεύει μόνο έντομα. Μπορεί να τιμωρεί και «ποντίκια», όχι όμως «λιοντάρια» και «τίγρεις». Η νέα πίστη επέφερε την ισότητα άνδρα και γυναίκας, κατήργησε τη διάκριση ελεύθερος-δούλος και τον διαχωρισμό των ανθρώπων με βάση την εθνική τους καταγωγή (Έλλην – Εβραίος κλπ). Τα μέλη της Εκκλησίας ο Χριστός τα καλεί να υπερβούν όλες τις αδυναμίες, που οδηγούν σε διακρίσεις. Το πέτυχαν αυτό; Ασφαλώς αποτύχαμε. Όμως ο Χριστός μας προετοίμασε με τον λόγο Του: «Να μη φοβάσαι το μικρό ποίμνιο». Αυτό το μικρό ποίμνιο είναι η πανίσχυρη απόδειξη ότι ο Χριστός δεν υπήρξε σπορέας ουτοπίας.
Κύλισαν οι αιώνες. Στην Ανατολή εξαπλώθηκε με το ξίφος το ισλάμ. Στη δύση οι Γερμανοφράγκοι επέβαλαν τη φεουδαρχία. Οι δύο αυτοί κόσμοι ήλθαν σε σύγκρουση στο όνομα του Θεού. Η Δύση μπορεί να ηττήθηκε στις «σταυροφορίες», εξήλθε όμως νικήτρια, κατά τη νεωτερικότητα, μετατρέποντας σε αποικίες πολλές μουσουλμανικέ χώρες. Αναλυτές, εμφορούμενοι από υλιστική φιλοσοφία, συμπεραίνουν ότι για τα κακά, που συνέβησαν βαρύνονται οι θρησκείες, μη κάνοντας διάκριση μεταξύ αυτών και θεωρώντας τον Χριστό απλά άνθρωπο. Οι φοβερές πολεμικές αντιπαραθέσεις, κατά τον 20ο αιώνα, που υποκινήθηκαν από άθλια οικονομικά συμφέροντα, έδωσαν νέα αφορμή να κατηγορηθούν τα έθνη. Σήμερα, στην εποχή της παγκοσμιοποίησης επιχειρείται η αποϊεροποίηση των πάντων και η εξάπλωση του διεθνιστικού «ιδεώδους» ως λύσεις για να επικρατήσουν καλύτερες συνθήκες στον πλανήτη μας! Αλλά η προπαγάνδα αυτή επηρεάζει κυρίως τους λαούς των λεγομένων, ακόμη, χριστιανικών κοινωνιών, οι οποίες είναι αναπόφευκτο να υποστούν τις συνέπειες της αφροσύνης ηγητόρων και πολιτών. Στις χώρες αυτές πλείστοι όσοι εμφορούνται από την ιδεολογία του πρακτικού υλισμού, του «φάγωμεν, πίωμεν αύριον γαρ αποθνήσκομεν» (Ο ιδεολογικός υλισμός ανήκει στο παρελθόν). Πώς είναι δυνατό να δοθεί σημασία στην περικοπή περί μελλούσης κρίσεως. Αισθανόμαστε ικανοποίηση με την αποδοχή ότι η εκ νέου έλευση του Χριστού με δόξα, για να μας κρίνει, αποτελεί τον «μπαμπούλα» της Εκκλησίας για την αστυνόμευση των ψυχών του κοπαδιού (ποιμνίου).
Και η αθλιότητα εντείνεται, η δυστυχία γιγαντώνεται. Αυξάνει καθημερινά ο χορός των πεινασμένων, των διψασμένων, των γυμνών, των αστέγων, των προσφύγων, των εγκλείστων. Οι ιθύνοντες μας καθησυχάζουν υποστηρίζοντας ότι όλα είναι υπό έλεγχο, καθώς μεριμνούν άοκνα για την επίλυση των προβλημάτων στον πλανήτη! Μόνο που δεν υποδεικνύουν (ούτε καν οι θρησκευτικοί ηγέτες) την αιτία της συμφοράς. Η κλιματική «κρίση» και οι «πανδημίες» φταίγουν για το ανθρώπινο δράμα! Ουαί της υποκρισίας.
Ο Θεός είναι αγάπη τονίζουν ακόμη και κάποιοι, που έπαψαν να πιστεύουν στην ύπαρξή Του. Ναι είναι αγάπη, είναι όμως και δικαιοσύνη. Την πρώτη την έδειξε με τη σταυρική θυσία του Υιού Του. Πότε θα δείξει τη δεύτερη; Μας το είπε: Όταν θα καθίσει στο θρόνο της δόξας Του, για να μας κρίνει!
Μήπως προτιμούμε να απαξιώνουμε τη μέλλουσα κρίση, επειδή δεν πληρούμε τα κριτήρια, που έθεσε ο Χριστός; Μήπως δεν αναπαύει τη συνείδησή μας η ψευτοδικαιολογία εγώ, δεν άρπαξα, δεν έκλεψα, δεν ατίμασα; Σήμερα, που ο πλανήτης έγινε ένα μεγάλο χωριό ο πλησίον μας αναμένει τη βοήθειά μας, υλική και πνευματική, και στην άλλη άκρη. Η επανάπαυση με μικρή φιλανθρωπία από το περίσσευμά μας δεν αρκεί. Η ανθρώπινη τραγωδία δεν βαρύνει μόνο τους άπληστους ισχυρούς. Βαρύνει, σε κάποιο μέτρο, τον καθένα μας.